Οι ευχές όλων μας να έχουν υπόσταση και ουσία

Οι ευχές για την ονομαστική εορτή ενός σημαίνοντος προσώπου, ακόμα και αυτές που αναμφίβολα πηγάζουν από το βάθος της καρδιάς εκείνου που τις εκφράζει, ίσως ηχούν ή αναγιγνώσκονται ως εντελώς τυπικές στα ώτα και από τους οφθαλμούς των πολλών. Πολύ λίγο γνωρίζουν οι περισσότεροι πόσο βαθιά ευγνωμοσύνη, πόση χαρά για το παρόν και προσμονή για το μέλλον, μπορούν να σημαίνουν μερικά απλά λόγια, πόσο αληθινά είναι αυτά που τα λόγια εκείνα μεταφέρουν. Αυτός είναι τώρα και ο φόβος του γράφοντος: μήπως δεν καταφέρει να σφραγίσει τις ολόψυχες ευχές του με τη βούλα της προφανούς αγαλλίασης για την προσφορά των πιο πρόσφατων δεκαπέντε χρόνων της ζωής του στην Εκκλησία μας υπό την πνευματική και ιεραρχική καθοδήγηση του εν λόγω προσώπου: του Mακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. κ. Ιερωνύμου Β΄.
 
Σκέφτεται όμως ο γράφων μήπως είναι πράγματι ανεπαρκής, μήπως δεν έχει τα κατάλληλα λόγια ώστε να εκφράσει αυτό που αληθινά αισθάνεται, μήπως ειπωθούν λιγότερα από αυτά που πρέπει, διότι περισσότερα είναι βέβαιο ότι είναι αδύνατον να ειπωθούν. Όμως ούτε αυτός ο φόβος είναι απελευθερωτικός, σκλαβώνει και αυτός τη σκέψη και τις προθέσεις, δεν αφήνει την καρδιά ελεύθερη να μιλήσει όπως αισθάνεται. Μια καρδιά που στην περίσταση αυτή συμβαδίζει απολύτως με τις σκέψεις του νου, καθώς αισθήματα και λογική συμπορεύονται απόλυτα.
 
Ίσως τα πιο σοφά λόγια που έχουν ειπωθεί για τα δεκαπέντε αυτά χρόνια του Αρχιεπισκόπου μας στο τιμόνι της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι αυτά που μιλούν για τεράστιο έργο, για έργο ουσιαστικό, με αθόρυβο τρόπο. Το μέγεθος και η ουσία έγκεινται στην αντιμετώπιση ιδιαίτερα σημαντικών κρίσεων, που δοκιμάζουν τη θέση του κοσμικού και του ιερατικού προσώπου σε αυτή την κοινωνία, που βάζουν σε πειρασμό τον άνθρωπο, όχι μόνο να φερθεί ασυλλόγιστα ή άνομα ή καταχρηστικά, μα το χειρότερο απ’ όλα να εγκαταλείψει. Μήπως δεν ήταν τέτοια η κρίση της σχέσης της κοινωνίας με την Εκκλησία στην περίοδο της πανδημίας; Ποιος πρόσφερε το αντίδοτο στην αποξένωση του πιστού, στην απομόνωσή του από τον φυσικό χώρο της επαφής του με τον Θεό και τον Ιησού Χριστό; Ποιος διαλάλησε από την πιο επίσημη ιεραρχική θέση της Εκκλησίας μας ότι η πίστη και το εμβόλιο δεν είναι πραγματικότητες σε αντίθεση; «Η Εκκλησία μας ουδέποτε στάθηκε απέναντι στην Επιστήμη και ουδέποτε επιχείρησε να την υποκαταστήσει. Όμως, ούτε η Επιστήμη επιχείρησε ποτέ να υποκαταστήσει την Εκκλησία στα θέματα Πίστης». Μήπως δεν ήταν αυτά τα λόγια του Αρχιεπισκόπου μας την πιο κρίσιμη ώρα εκείνης της ζοφερής εποχής;
 
Αλλά μήπως δεν χρειάστηκε και να αντεπεξέλθει η Εκκλησία στις προκλήσεις της οικονομικής κρίσης ή του μεταναστευτικού προβλήματος με σθένος και υπομονή; Μήπως δεν υποχρεώθηκε ο Αρχιεπίσκοπός μας να αναμορφώσει τις σχέσεις των εκκλησιαστικών προσώπων ή αυτές της Εκκλησίας μας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο; Από την πρώτη σχεδόν ώρα που ανέλαβε, το 2008, τα πλήγματα για την κοινωνία, για το ποίμνιο, ήρθαν απανωτά και με τη μεγαλύτερη σφοδρότητα. Σε αυτό το πιεστικό πλαίσιο, μήπως δεν είχε το θάρρος, το σθένος, την ειλικρίνεια, να αγγίξει ο Αρχιεπίσκοπός μας ακόμα και ζητήματα όπως αυτό της εκκλησιαστικής περιουσίας, για να το θέσει επί τάπητος, σε μια προσπάθεια για οριστική συζήτηση; Για να αποφασιστούν επιτέλους οι συνέργειες με το κράτος που θα ωφελήσουν όλες τις πλευρές, με μέγιστο σκοπό την κάλυψη των κενών του κοινωνικού κράτους, δια της προώθησης κοινωνικών έργων εξειδικευμένου χαρακτήρα, όπως τα κέντρα αποθεραπείας και αποκατάστασης.
 
Λέγεται συχνά και αυτό περί «αθόρυβου» εκτός από το «σπουδαίο» έργο. Μόνο όταν απειλείται η φύση και φυσιογνωμία της Εκκλησίας μας, μόνο όταν αμφισβητείται η προσβάλλεται ο θεανθρώπινος χαρακτήρας της, μόνο όταν το κακό παραγίνεται και εκδηλώνεται η τάση να χωριστούν οι άνθρωποι «σε αμνούς και ερίφια, σε εκλεκτούς και μη, σε ευνοούμενους και παραπαίδια» θα υποχρεωθεί ο Αρχιεπίσκοπός μας να υψώσει τους τόνους και να πάρει θέση. Να μιλήσει πιο πολύ από όσο έχει συνηθίσει να κάνει, αφού αυτός είναι ο μόνος τρόπος ώστε να υπενθυμίσει σε όσους το λησμονούν ότι «η Εκκλησία αγαπάει τους πάντες και όταν βλέπει ότι γίνεται διάκριση, υπάρχει αρρώστια».
 
Με τη μνημόνευση αυτών και άλλων ενεργειών και πράξεων, με την υπενθύμιση των αρετών αυτού του χαρακτήρα και των ιδιοτήτων του πνεύματός του, μπορούν οι ευχές για την ονομαστική εορτή του Αρχιεπισκόπου μας, όπως και εκείνες για τον πολλαπλασιασμό των χρόνων του δεκαπενταετούς ήδη στη θέση αυτή έργου του, να είναι ειλικρινείς και ουσιώδεις. Με την υπενθύμιση των τρόπων και των σκέψεών του, εκείνων των σκέψεων που έχουν διατυπωθεί και γίνει πράξεις ή χαράσσουν τη μελλοντική πορεία της Εκκλησίας μας, μπορούν οι ευχές του καθενός από εμάς να έχουν υπόσταση, να είναι ειλικρινείς, να μαρτυρούν και στον Αρχιεπίσκοπό μας ότι διακατεχόμαστε από τη βαθιά πεποίθηση ότι δεν είναι μόνος στον δρόμο που τραβά αλλά ο πρώτος ανάμεσα σε ίσους, ο ταγός του συνοδικού θεσμού, ο εμψυχωτής του ποιμνίου και των εκπροσώπων της Εκκλησίας μας που το υπηρετεί.
 
Ευχόμαστε ολόψυχα στον Αρχιεπίσκοπό μας χρόνια πολλά και ενόψει της ονομαστικής εορτής του και ενόψει του μελλοντικού, θεάρεστου έργου του.

Αρχιμ. Απόστολος Καβαλιώτης
Post doc, phd,med
Διευθυντής του Γραφείου της Αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος στις Βρυξέλλες